ήσιος τῶ[ν ἀπὸ] Ὀξυρύγχων Ἱπποδρόμου Σεκούνδωι [πράκτορι δημ]ο̣σ̣ίων τοῦ αὐτοῦ ἀμφόδου. [ὀμνύω Τιβέρι]ον Κλαύδιον Καίσαρα Σεβαστὸν Γερμαν[ι]κὸν Αὐτο[κ]ράτορα [ἔσεσθα]ί με ἐμφανηι τῶι στρατηγῶι [Ἀπολλω]νίωι ἐπὶ τῆς ἔνγιστα ἀριθμήσεως [τῶν δ]η̣μ̣ο̣σ̣ίων̣ ὄντα ἐκτ[ὸ]ς ἱεροῦ βω-[μοῦ τε]μένους παντὸς ἀσοίλου τόπου [σκέπης] πάσης. εὐορκοῦντι μέμ [μοι εὖ εἴη], ἐπιορκοῦντι δὲ τὰ ἐναντία. [ἔτους ἕ]κ̣του Τιβερίου Κλαυδίου Καίσαρος [Σεβαστ]οῦ Γερμανικοῦ Αὐτοκράτορος μηνὸς [Νέου Σ]εβαστ[ο]ῦ ἐνάτηι.
None extracted.
“I swear by Tiberius Claudius Caesar Augustus Germanicus, that I will be present to the general Apollonius for the nearest counting of the citizens, being outside the sacred altar of the entire unpolluted place of all shelter. If I swear well, may it be well for me; but if I perjure, may the opposite happen. In the sixth year of Tiberius Claudius Caesar Augustus Germanicus, in the month of New Augustus, on the ninth day.”