Φιλόξενος
Ἀπολλωνίῳ μαγίρ(ῳ)
χ̣(αίρειν).
παράσχου τοῖς μίμοις κρέως λίτρας δέκα, (γίνονται) κρ(έως) λί(τραι) ι μ(όναι).
Χοιακ ιβ. (hand 2?) ὁ αὐ(τὸς) σεσημ(είωμαι) κρ(έως) λί(τρας) δέκα μ(όνας).
vac. ?
Apparatus
l. μαγείρ(ῳ)
Φιλόξενος: Hospitable
Ἀπολλωνίῳ μαγίρ(ῳ): To Apollo the cook
χ̣(αίρειν): (to) rejoice.
παράσχου τοῖς μίμοις κρέως λίτρας δέκα, (γίνονται) κρ(έως) λί(τραι) ι μ(όναι): Provide to the mimics ten pounds of meat, (they become) (pounds) of meat.
Χοιακ ιβ. (hand 2?) ὁ αὐ(τὸς) σεσημ(είωμαι) κρ(έως) λί(τρας) δέκα μ(όνας): Choiak 12. (hand 2?) the same (I am) marked ten pounds of meat.
1. The term "μαγείρ(ῳ)" refers to a cook.